Η Ελλάδα είναι χώρα μικρή σε έκταση (131.944 τ.χλμ.) και ο πληθυσμός της μόλις φτάνει τα δέκα εκατομμύρια. Στη μεγαλύτερη έκταση της είναι χώρα ορεινή, σε τρόπο που πλέον το 50% του εδάφους της να βρίσκεται στα 200 – 1.000 μ. (υπερθαλάσσιο ύψος).
Παρατηρείται μεγάλη γεωγραφική διαφοροποίηση (βουνά, πεδιάδες, κοιλάδες, νησιά, παραλίες, ποτάμια, λίμνες, λιμνοθάλασσες) και κλιματική μεταβλητότητα και διαβάθμιση (από την υποτροπική Ν. Κρήτη, μέχρι την ψυχρή Βορ. Ελλάδα).
Στην Ελλάδα υπάρχουν δύο κλιματικοί τύποι, ο Μεσογειακός και ο Μεσευρωπαϊκός, με πολλές διαβαθμίσεις μεταξύ τους, ανάλογα με το ανάγλυφο και την περιοχή. Το κλίμα και το ανάγλυφο έχουν σαν αποτέλεσμα την ποικιλία μικρών απείρων βιοτόπων, με διαφορετικούς συνδυασμούς των οικολογικών παραμέτρων για τον καθένα. Παρά τη γενική αδιαφορία για προστασία και διατήρηση, στη χώρα μας υπάρχουν ακόμη ελάχιστοι βιότοποι που – παρά τους κινδύνους που τους απειλούν – αποτελούν το τελευταίο αποθεματικό για να αντλήσει η υποβαθμιζόμενη πανίδα κεφάλαια ανανέωσης και αναβαθμισμού.
Τα δάση της Πίνδου, το παρθένο δάσος του ορεινού όγκου της Ροδόπης, τα ορεινά ποτάμια της Ηπείρου, μερικοί υγρότοποι της Βόρειας και Δυτικής Ελλάδας, τα ερημονήσια και λίγες αμόλυντες ακτές που απομένουν, είναι οικολογικά κατάλληλες περιοχές να προσφέρουν νέα ˝ζωή˝, στην Ελληνική πανίδα και χλωρίδα.
Η χλωρίδα του ελλαδικού χώρου είναι από τις πλουσιότερες της Ευρώπης και περιλαμβάνει το 30% περίπου της χλωρίδας ολόκληρης της παραμεσόγειου περιοχής. Παρόλα αυτά ο ακριβής αριθμός των ειδών και υποειδών της ελληνικής χλωρίδας δεν έχει προσδιοριστεί πλήρως, αφού δεν έχει ολοκληρωθεί η χλωριδική μελέτη του ελληνικού χώρου.
Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 30’ και σύμφωνα με τα κλασικά στο είδος τους έργα των Halacsy και Hayek, στην Ελλάδα φύτρωναν περίπου 4.000 είδη. Από έρευνες που έγιναν κατά τις δεκαετίες του 30’, του 50’ και 60’ προστέθηκαν νέα είδη φυτών στη χλωρίδα της πατρίδας μας, έτσι ώστε σήμερα να υπολογίζεται ότι ο αριθμός των ειδών να φθανει τα 6000 είδη και υποειδη..
Η ελληνική χλωρίδα οφείλει σε μεγάλο βαθμό τον πλούτο της στο γεγονός ότι περιλαμβάνει στη σύνθεσή της 1100 ενδημικά είδη φυτών.
Οι αριθμοί αυτοί, αν ληφθεί υπ’ όψιν η έκταση της χώρας μας, μαρτυρούν τον πλούτο της χλωρίδας και του ενδημισμού, που στην Ευρώπη την κατατάσσει στην δεύτερη θέση μετά τη χλωρίδα της Ιβηρικής Χερσονήσου.
Αυτή η σπάνια και μεγάλη ποικιλία της ελληνικής χλωρίδας οφείλεται στο συνδυασμό γεωιστορικών και οικολογικών παραγόντων.
Ο γεωλογικός διαμερισμός της Ελληνικής Χερσονήσου με την παράλληλη δημιουργία πλήθους βιοτόπων, αλλά και απομονωμένων περιοχών, μαζί με την είσοδο στοιχείων από τις γειτονικές χώρες, είναι οι βασικοί συντελεστές στη μεγάλη ποικιλία της χλωρίδας μας.
Στην Ελλάδα υπάρχει ένα μεγάλο μέρος των φυτών της Μεσογείου. Επίσης την εποχή των τελευταίων παγετώνων έφτασαν από τις βόρειες περιοχές της ηπείρου μας αρκετά φυτά. Υπάρχουν όμως και πολλά ασιατικά είδη, κυρίως στο τόξο του Αιγαίου, που ζούσαν στον ελλαδικό χώρο όταν δεν υπήρχε το θαλάσσιο φράγμα. Στις νότιες επίσης περιοχές μας, ορισμένα είδη κατάφεραν να περάσουν τη Μεσόγειο από τη Βόρεια Αφρική.
Στην Ελλάδα επιζεί ακόμα μια παλαιοχλωρίδα της Τριτογενούς Εποχής, που μπόρεσε να διατηρηθεί μέχρι τις μέρες μας γιατί οι παγετώνες στον ελλαδικό χώρο είχαν μικρή επίδραση.
Τα ενδημικά φυτά έχουν πολύ μεγάλη αξία για τους βοτανικούς γιατί αποτελούν τα πιο σημαντικά χλωριδικά στοιχεία σε μια περιοχή.
Τα ενδημικά είναι η έκφραση της εξέλιξης που είχαν τα φυτά σε σχέση με τις φυσικές μεταβολές και το γενετικό τους υλικό.
Η πλουσιότερη περιοχή σε ενδημικά είναι η Κρήτη. Άλλες περιοχές πλούσιες σε ενδημικά είναι ο Όλυμπος, η Πίνδος, οι Κυκλάδες, η Χερσόνησος του Άθω, ο Πάρνωνας κ.α.
Κύρια αιτία της δημιουργίας των ενδημικών φυτών είναι η γεωλογική ιστορία της χώρας μας και η μεγάλη ποικιλία των βιοτόπων της.
Το σύνολο των δένδρων και των θάμνων που υπάρχουν σε μια περιοχή αποτελούν τη βλάστησή της. Έτσι σε κάθε βιότοπο υπάρχει και ο ανάλογος τύπος βλάστησης που επηρεάζεται άμεσα από ιδιαίτερες συνθήκες θερμοκρασίας, υγρασίας και φωτισμού.
.
Τα ελληνικά δάση είναι από τα πλουσιότερα της Ευρώπης σε χλωρίδα αλλά και σε σπάνια πανίδα. Η μορφή και η σύνθεσή τους εξαρτάται από τη γεωγραφική τους θέση.
Στα βόρεια της χώρας, υπάρχουν πλούσια δάση (Ροδόπης, Πίνδου, Ολύμπου), που έχουν τη μορφή μεσευρωπαϊκών δασών.
Στα νότια κυριαρχούν κυρίως τα κωνοφόρα, με διάφορα είδη πεύκου, το Κεφαλλονίτικο Έλατο (Abies cephallonica) στα βουνά και διάφορα είδη δρυός στα χαμηλότερα.
Αν αυτά τα δάση καταστραφούν δίνουν τη θέση τους στη χαμηλή βλάστηση και σε φρυγανώδεις κοινωνίες από σκληρόφυλλους θάμνους που είναι ένα από τα χαρακτηριστικά ορεινά τοπία της Μεσογείου.
Στην Ελλάδα η δασική βλάστηση διαιρείται σε πέντε ζώνες:
- Πρώτη η Ζώνη της Αριάς, ένα είδος αείφυλλου Δρυός (Quercus ilex) ή Ευμεσογεικαή Ζώνη, που βρίσκεται χαμηλά κοντά στη θάλασσα, όπου συναντώνται επίσης η Κουκουναριά, η Χαλέπιως και η Τραχεία Πεύκη.
- Δεύτερη Ζώνη της Χνοώδους Δρυός (Quercus pubescens) ή Παραμεσογειακή Ζώνη που βρίσκεται σε λόφους και ημιορεινές περιοχές στο εσωτερικό της χώρας, όπου συναντώνται η Καστανιά και οι φυλλοβόλοι Δρύες.
- Τρίτη Ζώνη των Δασών της Οξυάς και της Ελάτης σε ορεινές περιοχές.
- Τέταρτη η ζώνη των ψυχρόβιων κωνοφόρων (Ρόμπολο, Κοκκινόπευκο, Ερυθρελάτη) και
- Πέμπτη η Εξωδασική Ζώνη των υψηλών βουνών με ποώδη και θαμνώδη.
Πανίδα είναι το σύνολο των ζώων που ζουν πάνω στον πλανήτη μας, στα διάφορα χερσαία και θαλάσσια οικοσυστήματα, όπως πουλιά, θηλαστικά, ερπετά, αμφίβια, ψάρια, ασπόνδυλα.
Η συστηματική μελέτη της πανίδας της Ελλάδας, αρχίζει το 19ο αιώνα, που έγινε στα πλαίσια της περίφημης ˝Επιστημονικής Αποστολής του Μορέως˝ (1832-1836).
Από τότε παρατηρείται συνεχής άνοδος, του αριθμού των επιστημονικών εργασιών που αφορούν την ελληνική πανίδα, καθώς και του αριθμού των ξένων και Ελλήνων ερευνητών.
Ακόμη και σήμερα όμως δεν ξέρουμε πόσα είδη ζώων υπάρχουν στη χώρα μας.
Το πρόβλημα αφορά κυρίως τα ασπόνδυλα. Τα σπονδυλωτά είναι γνωστά. Υπάρχουν όμως ελλείψεις σε ότι αφορά την ακριβή εξάπλωσή τους, στον ελληνικό χώρο, τη βιολογία, την οικολογία, τη συμπεριφορά τους και την κατάσταση των πληθυσμών τους.
Η γεωγραφική θέση της Ελλάδας ανάμεσα στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική δίνουν ιδιαίτερο χαρακτήρα στην πανίδα της χώρας. Έτσι τα ζώα της Ελλάδας είναι πλούσιο μίγμα ευρωπαϊκών, ασιατικών και αφρικανικών ειδών, μαζί με σημαντικό αριθμό ενδημικών ειδών.
Ο συνδυασμός του κλίματος, της μεγάλης ποικιλίας και της συνεχούς εναλλαγής των βιοτόπων κάνει την Ελλάδα για πολλές ομάδες ζώων την πλουσιότερη σε είδη χώρα στην Ευρώπη και δίνει στην πανίδα και τη χλωρίδα του τόπου μας ασύγκριτη αξία.
Η πανίδα των θηλαστικών της Ελλάδας περιλαμβάνει συνολικά 111 είδη. Από συστηματική άποψη αυτά ανήκουν σε 8 τάξεις: εντομοφάγα, χειρόπτερα, λαγόμορφα, τρωκτικά, σαρκοφάγα, περισσοδάκτυλα, αρτιοδάκτυλα και κητώδη.
Χάρη στο ελληνικό φυσικό περιβάλλον που είναι δυσπρόσιτο, κατόρθωσαν να επιβιώσουν σπάνια θηλαστικά, που έχουν χαθεί σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Στα ορεινά συγκροτήματα της Πίνδου και της Ροδόπης βρίσκει ακόμα καταφύγιο ένας μικρός πληθυσμός από Αρκούδες που δεν ξεπερνά τα 100 άτομα.
Παρότι η Αρκούδα προστατεύεται από την ελληνική νομοθεσία, ένας μεγάλος αριθμός απ’ αυτές χάνεται από το παράνομο κυνήγι.
Άλλοι κίνδυνοι που τις απειλούν είναι: η καταστροφή των βιοτόπων, η υπερεκμετάλλευση και η κακή διαχείριση του δασικού πλούτου.
Στην οροσειρά της Πίνδου και στα μεγάλα δάση της Βόρειας Ελλάδας,ισως βρίσκει ακόμα καταφύγιο ο Λύγκας, το μεγαλύτερο αιλουροειδές της χώρας μας.
Ο πληθυσμός του είναι πολύ μικρός. Έχει εξαφανισθεί από τις περισσότερες περιοχές της Ευρώπης.
Οι κύριες αιτίες της εξαφάνισής του είναι το κυνήγι και η καταστροφή των βιοτόπων του.
Φτάνει να σκεφτούμε ότι αυτό το θηλαστικό πριν εκατό χρόνια περίπου ζούσε μόλις έξω από την Αθήνα, στην Πάρνηθα. Στην Αιτωλοακαρνανία ζούσε μέχρι το 1942-43 γύρω από τις λίμνες Λυσιμαχία και Τριχωνίδα.
Ο Αγριόγατος ζει αποκλειστικά στα δάση και σε θαμνώδεις περιοχές. Ο πληθυσμός του είναι άγνωστος και πρέπει να είναι πολύ μικρός. Οι κίνδυνοι που τον απειλούν είναι η καταστροφή των βιοτόπων και γενικά η ανθρώπινη παρουσία.
Το Ελάφι, είναι το μεγαλύτερο φυτοφάγο ζώο της χώρας μας. Παλαιότερα είχε ευρεία εξάπλωση. Σημερα βρισκεται μονο στη Ροδοπη και την Παρνηθα..
Βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο εξαφάνισης, από το κυνήγι και την καταστροφή των βιοτόπων.
Τα Αγριοκάτσικα, έχουν περιοριστεί στα Λευκά Όρη της Κρήτης και σε μικρότερους και όχι πάντα αμιγείς πληθυσμούς, σε ορισμένα ερημονήσια του Αιγαίου. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα Αγριοκάτσικα είναι: το παράνομο κυνήγι και ο υβριδισμός του με τις κατσίκες.
Ο Λύκος, εδώ και πολλά χρόνια έχει χαθεί από διάφορες χώρες της Ευρώπης. Σε μας αν και υπόκειται στις ίδιες καταπιεστικές συνθήκες έχει κατορθώσει να επιβιώσει ένα πλήθος 500 περίπου ατόμων.
Οι αιτίες της μείωσης του πληθυσμού είναι, το κυνήγι, η μείωση της κτηνοτροφίας, η κατασκευή δρόμων και η αύξηση των ανθρώπινων δραστηριοτήτων μέσα στο δάσος. Η κατανομή του απλώνεται από την Κεντρική ως τη Βόρεια Ελλάδα.
Οι πληθυσμοί του Τσακαλιού μειώνονται και η εξάπλωσή του συρρικνώνεται. Οι αιτίες μείωσης του πληθυσμού είναι η χρήση δολωμάτων, η καταστροφή των βιοτόπων και το κυνήγι.
Το Αγριόγιδο ζει στα βουνά της Κεντρικής Ελλάδας στην οροσειρά της Πίνδου, στη Δυτική Ροδόπη. Ο πληθυσμός του στην Ελλάδα δεν ξεπερνά τα 500 άτομα. Οι κίνδυνοι που το απειλούν είναι το λαθροκυνήγι, η διάνοιξη πολλών δασικών δρόμων και ο τροφικός ανταγωνισμός που υπάρχει με τα κατσίκια.
Το Ζαρκάδι το συναντάμε στα βουνά της Θράκης, της Μακεδονίας, στην Κεντρική Ελλάδα (Ευρυτανία, Ορεινή Ναυπακτία). Οι πληθυσμοί του είναι μικροί και κυριότεροι κίνδυνοι που το απειλούν είναι το παράνομο κυνήγι, η διάνοιξη των δασικών δρόμων και γενικότερα η καταστροφή των οικοσυστημάτων.
Το Πλατώνι σήμερα ζει μόνο στη Ρόδο. Τον περασμένο αιώνα ζούσε επίσης και στα βουνά της Ακαρνανίας. Τα τελευταία περίπου 50 άτομα, αντιμετωπίζουν μεγάλα προβλήματα κάθε χρόνο με τις πυρκαγιές, τη διάνοιξη των δασικών δρόμων και το λαθροκυνήγι.
Η Βίδρα ζει σε ολόκληρη την Ηπειρωτική Ελλάδα και την Κέρκυρα. Αυτές ζουν σε ποτάμια και λίμνες, έχουν μειωθεί σημαντικά στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης και μόνο στην Ελλάδα υπάρχουν αξιόλογοι πληθυσμοί. Η παρουσία της βρέθηκε σε ορεινά ποτάμια και ρυάκια σε υψόμετρο 1.400 μ. (Ρέμα της Φλέγγας, στον Εθνικό Δρυμό της Βάλια Κάλντα).
Οι κίνδυνοι που την απειλούν είναι: η ρύπανση, η καταστροφή των βιοτόπων, η καταστροφή της παρυδάτιας και παρόχθιας βλάστησης.
Ένα άλλο προνόμιο της χώρας μας είναι η ύπαρξη στις θάλασσες μας του μεγαλύτερου πληθυσμού της Μεσογειακής Φώκιας.
Υπάρχουν 600-1.000 άτομα σε όλη τη Μεσόγειο με τη μεγαλύτερη συγκέντρωση στο Αιγαίο (250-500 άτομα). Από παρατηρήσεις που έγιναν θεωρείται βέβαιο ότι ο σημερινός πληθυσμός εμφανίζει σταθερή μείωση.
Η υπεραλιεία στη Μεσόγειο, η παράνομη αλιεία με δυναμίτες, η χρήση χημικών ουσιών από σφουγγαράδες και οι ψαροντουφεκάδες, έκαναν τις συνθήκες διαβίωσης της Φώκιας πολύ δύσκολες. Σε όλα αυτά προστίθεται και η ρύπανση της θάλασσας με αποτέλεσμα να μειώνεται η τροφή της και να καταστρέφονται οι βιότοποί της.
Στη χώρα μας προστατεύεται, ήδη στις Βόρειες Σποράδες εκει που έγινε το πρώτο Θαλάσσιο Πάρκο. Μικροί πληθυσμοί υπάρχουν επίσης στη Σάμο, στη Ρόδο, στο Άγιο Όρος,στη Σαμοθρακη και αλλου.Στο Ιόνιο ζουν στην Κεφαλονιά, στη Ζάκυνθο και στη Λευκάδα. Η Μεσογειακή Φώκια είναι από τα πλέον απειλούμενα ζώα του κόσμου γι’ αυτό έχει περιληφθεί στον πίνακα των απειλούμενων ζώων της IUCN (Παγκόσμια Ένωση για τη Διατήρηση της Φύσης).
Τα Χειρόπτερα (Νυχτερίδες), είναι τα μόνα θηλαστικά που είναι ικανά για πτήση.
Στην Ελλάδα συναντάμε 28 από τα 32 είδη. Υπάρχουν 4 οικογένειες από Μικροχειρόπτερα στην Ελλάδα, οι Νυχτονόμοι (Molossidae) που αντιπροσωπεύονται από ένα είδος την Tadarida teniotis, οι Nycteridae που αντιπροσωπεύονται από την Αιγυπτιακή Νυχτερίδα που έχει εμφανιστεί μια φορά στη χώρα μας το 1914 στην Κέρκυρα. Οι Ρινόλοφοι (Rhinolophidae) και οι Νυχτερίδες (Vespertilionidae) που είναι η πιο πλούσια οικογένεια σε είδη.
Τα Χειρόπτερα είναι ζώα χρήσιμα γιατί κατά τη διάρκεια της νύχτας είναι τα μοναδικά που τρέφονται με μεγάλες ποσότητες εντόμων.
Κάθε νύχτα μια Νυχτερίδα καταναλώνει ποσότητα εντόμων ίση με το Ό του βάρους της. Τα τελευταία χρόνια έχει όμως παρατηρηθεί μείωση στους πληθυσμούς των Νυχτερίδων κι αυτό οφείλεται στην αλόγιστη χρήση των χημικών δηλητηρίων, στην αλλαγή του τρόπου κατασκευής των σπιτιών και στην υλοτομία των ηλικιωμένων δένδρων.
Τα μικροθηλαστικά (όπως Μυωξοί, Αρουραίοι, Ποντικοί, Μυγαλίδες) κυκλοφορούν τη νύχτα και περνούν συνήθως απαρατήρητα. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχουμε αρκετά στοιχεία για τους πληθυσμούς τους, η υποβάθμιση όμως των βιοτόπων προδικάζει και τη μείωση αυτών των ζώων.
Τα κητώδη είναι θηλαστικά που έχουν προσαρμοστεί στη θαλάσσια ζωή. Στη χωρα μας έχουν παρατηρηθεί 13. . Αυτά κινδυνεύουν λόγω της μεγάλης ρύπανσης των θαλασσών μας και της υπεραλιείας.
Στην Ελλάδα υπάρχουν 22 είδη Αμφιβίων και 61 ειδη ερπετων .
Οi σημαντικότεροi κίνδυνοi που απειλoυν τα αμφιβια και τα ερπετα είναι, η καταστροφή των βιοτόπων, η ρύπανση από εντομοκτόνα, φυτοφάρμακα, τουριστικοποίηση. Ο μεγάλος αριθμός των ειδών και υποειδών και τα σπάνια είδη κάνουν τη χώρα μας μια από τις σημαντικότερες περιοχές στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα είναι μία από τις πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης, σε ότι αφορά τα ψάρια του γλυκού νερού.(108 ειδη και 21 υποειδη.)
.
Οι κίνδυνοι που απειλούν τα ψάρια του γλυκού νερού, ιδιαίτερα τα ενδημικά, αφορούν στην καταστροφή ή στην αλλοίωση του βιοτόπου τους.
Οι κίνδυνοι μπορούν να συνοψιστούν στις ακόλουθες κατηγορίες: αποξηράνσεις, εγγειοβελτιώσεις, ρύπανση, αστικοποίηση, εμπλουτισμοί και φράγματα.
Η θαλάσσια ιχθυοπανίδα της Ελλάδας, (σύμφωνα με την Check – list of marine fishes, Papakonstadinou 1988), αποτελείται από 447 είδη.
Στον ελληνικό χώρο έχουν καταγραφεί 430 είδη πουλιών. Από αυτά 260 είδη φωλιάζουν ή φώλιασαν στην Ελλάδα, τα υπόλοιπα είναι αποδημητικά που περνάνε από τη χώρα μας ή σταθμεύουν για πολύ λίγο. Άλλα είδη έρχονται εδώ για να ξεχειμωνιάσουν και άλλα εμφανίζονται στην Ελλάδα τυχαία και ακανόνιστα. Από ορνιθολογική πλευρά η χώρα μας παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τους εξής λόγους:
Ένας μεγάλος αριθμός που φωλιάζουν στη χώρα μας, είναι σπάνια και απειλούνται με εξαφάνιση, ενώ πολλά από αυτά δεν υπάρχουν πλέον στον ευρωπαϊκό χώρο. Σ’ αυτήν την κατηγορία ανήκουν οι πελεκάνοι.
Η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπου υπάρχουν Πελεκάνοι: οι Αργυροπελεκάνοι (Pelecanus crispus) και οι Ροδοπελεκάνοι (Pelecanus onocrotalus). Μέχρι το 19ο αιώνα Πελεκάνοι υπήρχαν σε πολλές χώρες της Ευρώπης, ενώ σήμερα απειλούνται με εξαφάνιση από την επικράτειά της. Κύριο αίτιο της εξαφάνισης τους ήταν οι καταστρεπτικές επεμβάσεις των ανθρώπων στους υγροτόπους όπου διαβιούσαν οι Πελεκάνοι.
Οι Αργυροπελεκάνοι ιδιαίτερα είναι είδος που απειλείται με εξαφάνιση από τον πλανήτη μας, για το λόγο αυτό βρίσκεται στο Red data book της I.U.C.N.
Σήμερα ο παγκόσμιος πληθυσμός των Αργυροπελεκάνων δεν ξεπερνά τα 3.500 ζευγάρια που καταφεύγουν για να φωλιάσουν και να αναπαραχθούν σε υγροτόπους της Ελλάδας, της Αλβανίας, της Βουλγαρίας, της Τουρκίας (με περιορισμένο αριθμό ζευγαριών στις τρεις τελευταίες χώρες) της Ρουμανίας, της Ρωσίας, της Ουκρανίας, του Καζακστάν, του Τουρκμενιστάν και του Ουζμπεκιστάν. Παρ’ όλο που εθεωρείτο ότι στις παραπάνω χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης αναπαραγόταν το 80-85% του παγκόσμιου πληθυσμού των Αργυροπελεκάνων με την πλειονότητα αυτών στο Καζακστάν, πρόσφατες έρευνες που έγιναν στο Καζακστάν έδειξαν ότι οι εδώ οι πληθυσμοί έχουν μειωθεί σημαντικά.
Άλλα είδη που κινδυνεύουν στην Ελλάδα είναι:
Ο Κορμοράνος (Phalacrocorax carbo), Ήταυρος (Botarus stellaris), Αργυροτσικνιάς (Egretta alba), Μαυροπελαργός (Ciconia nigra), Καστανόχηνα (Tadorna ferruginea), Σταχτόχηνα (Anser anser), Χηνοπρίστης (Mergus merganser), Λιβαδόκιρκος (Circus pygargus), Κραυγαετός (Aqyila pomarina), Βασιλαετός (Aquila heliaca), Αετογερακίνα (Buteo rufinus), Σπιζαετός (Hieraetus fasciatus), Αγκαθοκαλημάνα (Hoplopterus spinosus), Λεπτόραμφος Γλάρος (Larus genei), Αιαγαιόγλαρος (Larus auduinii) κ.α.
Ο ποιοτικός πλούτος της ελληνικής ορνιθοπανίδας οφείλεται στην ευνοϊκή γεωγραφική θέση της χώρας μας, που βρίσκεται στο Ν.Α. άκρο της Ευρώπης, κοντά στην Ασία και την Β. Αφρική. Αυτή η θέση προσφέρει αξιόλογες δυνατότητες εμπλουτισμού της τοπικής ορνιθοπανίδας με είδη από γειτονικές χώρες, ώστε να μπορούμε να τη χαρακτηρίσουμε μοναδική σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Μερικά είδη που φωλιάζουν στη χώρα μας δε φωλιάζουν πουθενά αλλού στον ευρωπαϊκό χώρο και έχουν πολύ περιορισμένη κατανομή, όπως ο Αμμοπετροκλής (Oenanthe isabellina), το Σμυρνοτσίχλονο (Emberiza cineracea) και ο Τουρκοτσοπανάκος (Sitta Krueperi).
Άλλη ιδιαιτερότητα της χώρας μας που έχει σχέση πάλι με την γεωγραφική της θέση είναι ότι ένας μεγάλος αριθμός πουλιών εμφανίζονται σε μας και δεν απαντώνται στην υπόλοιπη Ευρώπη γιατί η κύρια κατανομή τους είναι ασιατική ή σιβηρική.
Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν πουλιά όπως ο Σπιζαετός (Aquila rapax), ο Χλαμυδόγαλος (Chlamydotis undulata), ο Νυφογερανός (Anthoropoides virgo), ο Ψαρόγλαρος (Larus ichthyaetus), το Φοινικοπερίστερο (Steptopelia senegalensis), το Τρυγονοπερίστερο (Steptopelia orientalis), ο Κήρυλος (Ceryle rudis) κ.α.
Η χώρα μας είναι επίσης ένας σημαντικός διάδρομος μετανάστευσης για αρκετά είδη πουλιών από την ανατολική κυρίως Ευρώπη.
Οι υγρότοποι της Ελλάδας είναι βασικοί για το ξεχειμώνιασμα και τη μετανάστευση των πουλιών που αναπαράγονται στη Β. Ευρώπη και την πρώην Σοβιετική Ένωση.
Ένα από τα πιο σπάνια πουλιά του κόσμου, η Λεπτομύτα (Numerius tenuirostris) βρίσκει καταφύγιο στους Ελληνικούς υγροτόπους κατά τη διάρκεια της αποδημίας της προς τη Β. Αφρική (Μαρόκο). Είναι παρυδάτιο πουλί που ανήκει στα Charadriformes.
Πολυάριθμο το 19ο αιώνα και όχι σπάνιο μέχρι τη δεκαετία του 30’, η Λεπτομύτα σήμερα είναι όχι απλώς το σπανιότερο πουλί στη Δ. Παλαιαρκτική, αλλά και σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο σημερινός του πληθυσμός είναι άγνωστος και υπολογίζεται ότι δεν ξεπερνά τα 300 άτομα (50-270). Οι μόνες φωλιές του πουλιού αυτού βρέθηκαν μεταξύ 1909-1924 στη Ν.Δ. Σιβηρία και έκτοτε, παρά τις συστηματικές έρευνες, δεν έχει βρεθεί καμία άλλη φωλιά και έτσι δε γνωρίζουμε που ακριβώς φωλιάζει σήμερα. Από τη Σιβηρία, οι Λεπτομύτες ξεκινούν κάθε φθινόπωρο ένα μεγάλο μεταναστευτικό ταξίδι διασχίζοντας 4-6.000 χλμ. για να περάσουν το χειμώνα τους κυρίως στη Β.Δ. Αφρική (Μαρόκο κ.α.), επιστρέφοντας ξανά στους χώρους αναπαραγωγής, νωρίς την άνοιξη. Κατά τις μετακινήσεις τους αυτές, τα πουλιά διασχίζουν πολλές χώρες, γύρω από την Κασπία, τη Μαύρη και τη Μεσόγειο Θάλασσα, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, συχνάζουν δε κυρίως σε παράκτιους υγρότοπους, με ρηχά υφάλμυρα νερά, αλμυρόβαλτους, εκτεταμένα λασποτόπια κ.α.
. Οι απειλές που αντιμετωπίζει η ελληνική πανίδα είναι:
Η υποβάθμιση και η καταστροφή των βιοτόπων.
Τα φυτοφάρμακα και άλλες τοξικές ουσίες.
Το κυνήγι.
Η υποβάθμιση και η καταστροφή των βιοτόπων είναι η μεγαλύτερη απειλή για την πανίδα. Εμφανίζεται σε πολλές μορφές όπως αποξηράνσεις υγροτόπων, εκχερσώσεις, εκτεταμένες υλοτομίες, πυρκαγιές δασών, επέκταση οικισμών και τουριστικών εγκαταστάσεων σε παραλίες και υγροτόπους, η διάνοιξη δρόμων σε ορεινές δασικές περιοχές κ.α.
Η χώρα μας δε θα μπορούσε ασφαλώς να μείνει αδιάφορη στις προσπάθειες που καταβάλλονταν παγκοσμίως για την προστασία του περιβάλλοντος.
Οι πρώτες ανησυχίες, για προστασία άρχισαν να εμφανίζονται στη χώρα μας στις δεκαετίες του 20’ και ιδιαίτερα του 30’, όταν έκαναν την εμφάνισή τους μερικά ορειβατικά σωματεία. Τα μέλη τους, γυρίζοντας τα βουνά, είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν τη γοητεία του φυσικού περιβάλλοντος και να γίνουν οι πρωτεργάτες μιας κίνησης για την προστασία.
Μέσα από τους κόλπους του Ελληνικού Ορειβατικού συνδέσμου, άρχισαν συγκεκριμένες ενέργειες για τη λήψη μέτρων προστασίας. Οι ενέργειες αυτές είχαν σαν αποτέλεσμα το Υπουργείο Γεωργίας να ιδρύσει το 1938 τους Εθνικούς Δρυμούς του Ολύμπου και του Παρνασσού.
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος ρίχνει πίσω όλη αυτή την προσπάθεια, αλλά η φλόγα δε σβήνει. Το 1948 ιδρύεται η Διεθνής Ένωση για την Προστασία της Φύσης – η πασίγνωστη σήμερα I.U.C.N.
Μ’ αυτό το παράδειγμα, το 1951, 50 σημαντικές προσωπικότητες των Γραμμάτων και των Επιστημών ιδρύουν την Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης.
Για 50 και πλέον χρόνια έγιναν πολλές προσπάθειες για τη διάσωση ορισμένων ειδών της πανίδας μας, όπως του Κρητικού Αίγαγρου, της Μεσογειακής Φώκιας, της Θαλάσσιας Χελώνας, των Πελαργών, της Αρκούδας και διαφόρων άλλων θηλαστικών και πουλιών.
Ταυτόχρονα ξεκίνησαν και σοβαρές προσπάθειες για τη διάσωση των δασών και των υγροτοπικών οικοσυστημάτων. Σήμερα στη χώρα μας υπάρχει πληθώρα οικολογικών οργανώσεων βέβαια, περίπου 10 είναι αυτές που δραστηριοποιούνται σε εθνικό επίπεδο.
Από το 1938 μέχρι το 1974 έχουν κηρυχθεί 10 Εθνικοί Δρυμοί σε συνολική έκταση 84.034 ha. Ιδρύθηκαν το 1938, ο Ε.Δ. του Ολύμπου και ο Ε.Δ. του Παρνασσού.
Ο Όλυμπος με τους θεούς του και ο Παρνασσός με τις μούσες του παρουσίαζαν ένα ιδεώδη συνδυασμό ιστορικού και φυσικού περιβάλλοντος. Σήμερα βέβαια ξέρουμε ότι ο Όλυμπος έχει 25 ενδημικά φυτά (που υπάρχουν μόνο στον Όλυμπο και πουθενά αλλού στον κόσμο). (Πόσο μεγάλος είναι αυτός ο αριθμός μπορούμε να το καταλάβουμε αν αναλογισθούμε ότι ολόκληρα κράτη όπως η Πολωνία, η Σουηδία, η Νορβηγία, η Δανία και άλλα δεν έχουν το καθένα παρά 2-3 ενδημικά είδη).
Ο Εθνικός Δρυμός του Ολύμπου έχει επίσης χαρακτηριστεί ″Βιοσφαιρική ρεζέρβα″ (ΜΑΒ).
Ο Εθνικός Δρυμός Πρεσπών είναι από τα σημαντικότερα οικοσυστήματα της χώρας γιατί εδώ φωλιάζουν σπάνια είδη πουλιών όπως ο Αργυροπελεκάνος (Pelecanus crispus). Στις Πρέσπες κάθε χρόνο φωλιάζουν 120-150 ζευγάρια.
Ο Αργυροπελεκάνος βρίσκεται στο ″Red data book″ της I.U.C.N, για τα είδη που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν εξ’ ολοκλήρου από τον πλανήτη μας.
Στη Μικρή Πρέσπα φωλιάζει επίσης ο Ροδοπελεκάνος (Pelecanus onocrotalus) με 100 περίπου ζευγάρια. Οι Πρέσπες είναι η μοναδική περιοχή φωλιάσματος σε ολόκληρη την Ελλάδα για το Ροδοπελεκάνο.
Ένα άλλο σπάνιο είδος που φωλιάζει επίσης στη Μικρή Πρέσπα είναι ο Χηνοπρίστης (Mergus merganser) και ο Αργυροτσικνιάς (Egretta alba).
Στην περιοχή του Δρυμού που είναι και ένας από τους σημαντικότερους υγροτόπους RAMSAR της χώρας, έχουν παρατηρηθεί 250 είδη πουλιών και 65 από αυτά είναι σπάνια ή απειλούμενα. Η πανίδα, η χλωρίδα μαζί με την πολιτιστική κληρονομιά, κάνουν την Πρέσπα να είναι από τις ομορφότερες και σημαντικότερες περιοχές της Ελλάδας.
Στον Εθνικό Δρυμό της Πίνδου, (Βάλια - Κάλντα), υπάρχουν μεγάλα μοναδικά δάση με Μαυρόπευκα (Pinus nigra), Οξυές (Fagus sylvatica), Ρόμπολα (Pinus heldreichii) (που ξεπερνούν σε ηλικία τα 800 χρόνια) και τα Κοκκινόπευκα (Pinus sylvestris) (39 δένδρα υπάρχουν μόνο μέσα στον Ε.Δ.).
Η παρουσία αυτού του είδους στον Εθνικό Δρυμό, έχει μεγάλη σημασία γιατί είναι το νοτιότερο σημείο εξάπλωσης του στη Βαλκανική Χερσόνησο. Η περιοχή είναι πλούσια σε σπάνια ενδημικά φυτά.
Στον Εθνικό Δρυμό φωλιάζουν επίσης 120 είδη πουλιών. Στα εκτεταμένα δάση των κωνοφόρων και της Οξυάς (Fagus sylvatica) ζει η Αρκούδα (Ursus arctos). Η Βάλια -Κάλντα είναι από τις πιο σημαντικές περιοχές της χώρας μας σαν βιότοπος αυτού του σπάνιου ζώου.
Στην ευρύτερη περιοχή του Δρυμού ζουν ο Λύκος (Canis lupus), το Ζαρκάδι (Capreolus capreolus), το Αγριόγιδο (Rupicapra rupicapra), ο Αγριόγατος (Felis sylvestris) και η Βίδρα (Lutra lutra) ένα από τα πιο σπάνια θηλαστικά της Ευρώπης.
Ο Εθνικός Δρυμός Σαμαριάς βρίσκεται στην Κρήτη στα Λευκά Όρη. Έχει ανακηρυχθεί Βιοσφαιρική Ρεζέρβα (ΜΑΒ) και έχει πάρει και το Ευρωπαϊκό Δίπλωμα Α’ κατηγορίας από το συμβούλιο της Ευρώπης.
Στη Σαμαριά ζουν σπάνια ενδημικά φυτά της Κρήτης και το γνωστό σε όλους μας Κρητικό Αγρίμι (Capra aegagrus cretica).
Η περιοχή του φαραγγιού είναι πλούσια σε αρπακτικά πουλιά, Γυπαετούς, Όρνια, Χρυσαετούς.
Ο Εθνικός Δρυμός Βίκου – Αώου, βρίσκεται στην Ήπειρο. Στα άγρια φαράγγια και τα βουνά της περιοχής φωλιάζουν σπάνια αρπακτικά πουλιά, ζουν Αρκούδες (Ursus arctos), Αγριόγιδα (Rupicapra rupicapra), Λύκοι (Canis lupus), Ζαρκάδια και άλλα σπάνια ζώα. Η περιοχή φημίζεται σαν βοτανικός παράδεισος για τα σπάνια ενδημικά και φαρμακευτικά φυτά.
Άλλοι σημαντικοί Εθνικοί Δρυμοί είναι εκείνοι του Παρνασσού, της Οίτης, του Αίνου, της Πάρνηθας και του Σουνίου.
Όλοι γνωρίζουν σήμερα ότι οι υγρότοποι είναι περιοχές γεμάτες ζωή. Από τις σπουδαιότερες λειτουργίες που μπορεί να επιτελεί ένας υγρότοπος είναι ο εμπλουτισμός των υπογείων υδροφόρων στρωμάτων, η τροποποίηση πλημμυρικών φαινομένων, η παγίδευση ιζημάτων, η απορρόφηση του διοξειδίου του άνθρακα, η αποθήκευση και ελευθέρωση θερμότητας, η δέσμευση της ηλιακής ακτινοβολίας και η στήριξη των τροφικών αλυσίδων.
Οι αξίες ενός υγροτόπου καθορίζονται από τις λειτουργίες που αυτός επιτελεί.
Ως συνηθέστερες υγροτοπικές αξίες αναφέρονται η βιολογική, η υδρευτική, η αντιπλημμυρική, η κλιματική, η επιστημονική, η εκπαιδευτική, η πολιτιστική, η αξία της αναψυχής και άλλες.
Η Ελλάδα τα τελευταία 150 χρόνια έχει αποξηράνει τα δύο τρίτα (2/3) των υγροτόπων της. Παρ’ όλες όμως τις απώλειες, η χώρα μας θεωρείται μία από τις πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης σε υγροτόπους.
Σύμφωνα με την απογραφή που έγινε το 1993 από το Ελληνικό Κέντρο Υγροτόπων – Βιοτόπων στη χώρα μας υπάρχουν 408 υγρότοποι.
Πάνω από 200 είδη πουλιών είναι στενά δεμένα με τους ελληνικούς υγροτόπους.
Οι υγρότοποι των χωρών που βρίσκονται γύρω από τη Μεσόγειο και ειδικά της Ελλάδας, είναι βασικοί για το ξεχειμώνιασμα και τη μετανάστευση των πουλιών που αναπαράγονται στη Βόρεια Ευρώπη και στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Αυτοί αποτελούν μέρος μιας αλυσίδας που συνδέει τις Βόρειες περιοχές (αναπαραγωγή) με εκείνες του Νότου (ξεχειμώνιασμα).
Η επιβίωση αυτών των πουλιών και ειδικά των σπάνιων ειδών, όπως Πελεκάνοι, Λεπτομύτες, Χαλκόκοτες, Χουλιαρομύτες, Ερωδιοί, Χήνες, Πάπιες κ.α. εξαρτάται από τη διατήρηση και προστασία αυτών των οικοσυστημάτων.
Οι ελληνικοί υγρότοποι φιλοξενούν επίσης την όλο και πιο σπάνια Βίδρα (Lutra lutra), πλήθος ψαριών, αμφιβίων και ερπετών.
Όλα αυτά τα ζώα, μαζί με τα υδρόβια φυτά, κάνουν τους υγρότοπους από τα πιο τέλεια και ενδιαφέροντα οικοσυστήματα στον κόσμο.
Στη χώρα μας εκτός από τους Υγροτόπους Εθνικής σημασίας και τους μικρούς υγροτόπους τοπικής σημασίας υπάρχουν και 11 υγρότοποι Διεθνούς Σημασίας που προστατεύονται από τη σύμβαση RAMSAR, αυτοί είναι:
α. Το Δέλτα του Έβρου (Θράκη), β. Η Λίμνη Μητρικού (Θράκη), γ. Η Λίμνη Βιστονίδα και το Πόρτο Λάγος (Θράκη), δ. Το Δέλτα του Νέστου (Μακεδονία), ε. Η Λίμνη Κερκίνη (Μακεδονία), ζ. Οι Λίμνες Λαγκαδά και Βόλβη (Μακεδονία), η. Το Δέλτα Αξιού – Λουδιά – Αλιάκμονα (Μακεδονία), θ. Η Μικρή και η Μεγάλη Πρέσπα (Μακεδονία), ι. Ο Αμβρακικός Κόλπος (Ήπειρος), κ. Η Λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου και το Δέλτα του Αχελώου (Δυτική Στερεά Ελλάδα), λ. Η Λιμνοθάλασσα Κοτύχι, Δάσος Στροφυλιάς (Νοτιοδυτική Πελοπόννησος).
Εκτός από τους Εθνικούς Δρυμούς, τους υγροτόπους RAMSAR υπάρχουν και άλλες φυσικές προστατευόμενες περιοχές. Υπάρχουν 51 Διατηρητέα Μνημεία Φύσης. Περιοχές, πολύ μικρότερες από ότι ένας εθνικός δρυμός που παρουσιάζουν κάποια ιδιαιτερότητα. Μπορεί να είναι φυσικά δάση με κάποιο σπάνιο είδος δένδρου (π.χ. Δάσος του Φράξου) ή ακόμα γυμνές εκτάσεις με απολιθωμένα δένδρα, όπως το Απολιθωμένο Δάσος της Λέσβου.
Υπάρχουν επίσης 19 Αισθητικά Δάση (Δάση αναψυχής). Μερικά από αυτά παρουσιάζουν μεγάλο οικολογικό ενδιαφέρον, λόγω της φυσικότητας του τοπίου και των σπάνιων ειδών πανίδας και χλωρίδας που ζουν σ’ αυτά.
Δυστυχώς στη χώρα μας με τα 16.000 χλμ. ακτών και τα χιλιάδες νησιά έχουμε μόνο 2 Θαλάσσια Πάρκα.
Ιδρύθηκε το 1986 στις Σποράδες, για να διαφυλάξει τους πληθυσμούς της Μεσογειακής Φώκιας (Monachus monachus), από τους κινδύνους που την απειλούν.
Επίσης στις όμορφες παραλίες της Ζακύνθου και ειδικά στο Λαγανά βγαίνουν κάθε καλοκαίρι και αφήνουν τα αυγά τους οι Θαλασσοχελώνες (Caretta caretta). Αυτή η περιοχή μαζί με τα νησάκια Στροφάδες αποτελούν το δεύτερο Θαλάσσιο Πάρκο της Ελλάδαςπου ιδρυθηκε το 1999. Οι βιότοποι, εκτός από τη μεγάλη επιστημονική, μορφωτική και οικονομική σημασία τους, είναι ένα αξιόλογο μέσο αναψυχής για τον κουρασμένο άνθρωπο.
Στην Ευρώπη, αλλά και γενικά σ’ όλο τον κόσμο, βρίσκεται σε άνθηση ο Ορνιθοτουρισμός (Ornitholydays) και ο Οικοτουρισμός.
Ομάδες από ιδιώτες ή επιστήμονες πηγαίνουν σε διάφορους βιοτόπους, στα διάφορα σημεία της γης, για να μελετήσουν τη ζωή και τη συμπεριφορά των πουλιών, των σπάνιων ζώων, αλλά και για να απολαύσουν την ηρεμία και την ομορφιά της φύσης.
Οι ελληνικοί βιότοποι, είναι από τους πιο σημαντικούς που υπάρχουν στην Ευρώπη και προσφέρονται για ορνιθοτουρισμό και οικοτουρισμό. Φτάνει να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα για σωστή διαχείριση και προστασία.
.
Σύμφωνα με την Ecotourism Society, U.S.A., ˝Οικοτουρισμός, είναι ο τουρισμός εκείνος που χρησιμοποιεί περιοχές που δεν έχουν επηρεαστεί ή καταστραφεί από τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Μ’ αυτό τον τρόπο συμβάλλει στην προστασία της φύσης και στην ποιότητα ζωής των τοπικών πληθυσμών˝.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, ο οικοτουρισμός αναμένεται να κερδίσει σημαντικό έδαφος τα προσεχή χρόνια.
Στην Ελλάδα έχουν αναπτυχθεί τα τελευταία χρόνια πολλές προσπάθειες αξιοποίησης των εναλλακτικών μορφών τουρισμού (οικοτουρισμός, αγροτοτουρισμός) σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας (Πρέσπες, Πήλιο, Λέσβος, Μάνη, Έβρος κ.α.). Εδώ ήθελα να αναφερθώ σε μια περίπτωση, που κατά τη γνώμη μου, αποτελεί μοντέλο για παράδειγμα προς μίμηση:
Δαδιά Έβρου
Σημαντικό παράδειγμα επιτυχημένου συνδυασμού προστασίας και αξιοποίησης μιας οικολογικά σημαντικής περιοχής της χώρας αποτελεί το Δάσος της Δαδιά στον Έβρο. Διαψεύδοντας τις ανησυχίες όλων όσοι θεωρούν τη λήψη μέτρων προστασίας της φύσης ως αναχαίτιση της ανάπτυξης μιας περιοχής, η Δαδιά δείχνει πως μπορεί να συνδυαστεί ο έλεγχος των ανθρώπινων δραστηριοτήτων με την προσέλκυση τουριστικού και επιστημονικού ενδιαφέροντος στο πλαίσιο μιας ήπιας ανάπτυξης.
Το Δάσος της Δαδιάς, που αποτελεί έναν από τους σπουδαιότερους βιότοπους της άγριας πανίδας στην Ευρώπη, προσελκύει πλήθος επισκεπτών από χώρες του εξωτερικού, οι οποίοι φτάνουν για να βιώσουν μια σπάνια εμπειρία: να βρεθούν κοντά σε Γύπες, Αετούς και Όρνια, να τα δουν να πετούν επιβλητικά και να καταβροχθίζουν τη λεία τους.
Στο μοναδικό Δάσος της Δαδιάς έχουν παρατηρηθεί 36 από τα 38 είδη αρπακτικών πουλιών της Ευρώπης και 24 είδη χρησιμοποιούν το βιότοπο για να φωλιάσουν. Το ανέπαφο από έντονες ανθρώπινες δραστηριότητες Δάσος αποτελεί το τελευταίο καταφύγιο για πολλά είδη αρπακτικών σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Τρία από τα είδη αυτά έχουν φτάσει στα όρια της εξαφάνισης από της χώρα μας. Ο Βασιλαετός, το περισσότερο απειλούμενο είδος στη Μεσόγειο, ο Θαλασσαετος, ίσως το σπανιότερο πουλί στην Ελλάδα, καθώς απομένουν λιγότερα από πέντε ζευγάρια και ο Μαυρόγυπας, του οποίου τα 20-25 άτομα που ζουν στον Έβρο είναι και τα τελευταία ολόκληρης της ανατολικής Ευρώπης. Εδώ ζουν ακόμη το Όρνιο, ο Χρυσαετός, ο Κραυγαετός, η Αετογερακίνα, ο Σταυραετός, το Χρυσογέρακο και άλλα σπάνια αρπακτικά.
Από το 1980, 7.250 ha του Δάσους έχουν ανακηρυχθεί αυστηρά προστατευόμενη περιοχή, αποτελούν δηλαδή τον πυρήνα και άλλα 28.000 ha απαρτίζουν την περιφερειακή ζώνη.
Στο Δάσος κυριαρχεί η Τραχεία και Μαύρη Πεύκη, αλλά υπάρχουν μικρά φαράγγια και ρεματιές με φυλλοβόλα δένδρα. Το πυκνό Δάσος διακόπτεται από ξέφωτα, κοιλάδες, βράχια ή και χωράφια.
Ο πλούτος και η ποικιλία των αρπακτικών πουλιών στη Δαδιά οφείλεται στην ύπαρξη πολλών τύπων βιοτόπων σε μικρή έκταση. Ο υγρότοπος στο ποτάμι και το Δέλτα του Έβρου, χαμηλοί λόφοι με βράχια, τα μικτά δάση κωνοφόρων και πλατύφυλλων, οι πεδιάδες, συνθέτουν ένα πολύπλοκο σύστημα πρόσφορο για την άγρια ζωή.
Το Δάσος της Δαδιάς είναι σημαντικός βιότοπος όχι μόνο για τα πουλιά, αλλά και για σπάνια θηλαστικά της Ελλάδας.
Ο οικοτουρισμός, ο αγροτουρισμός και γενικά ο ήπιος τουρισμός, πρέπει να εντάσσεται σε μια ολοκληρωμένη περιβαλλοντική πολιτική.
Η στρατηγική προστασία, πρέπει να υπακούει στους κανόνες της οικοανάπτυξης, όπου οι βασικές ανάγκες του ανθρώπου και οι εύλογες πολιτιστικές του επιθυμίες ικανοποιούνται χωρίς να εξαντλούνται οι φυσικοί πόροι και χωρίς να καταστρέφονται τα οικοσυστήματα.
Μια τέτοια πολιτική, προϋποθέτει επιστημονική προετοιμασία, αξιολόγηση, προτεραιότητες και συντονισμό.
@ Το εθνικό θαλάσσιο Πάρκο Σποράδων ιδρύθηκε το 1986 ( για την προστασία της Μεσογειακής Φώκιας ). Το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο της Ζακύνθου, ιδρύθηκε το 1999 για την προστασία της θαλάσσιας χελώνας ( Caretta caretta ). Το 2003 ιδρύθηκε το Εθνικό Πάρκο του Σχοινιά. Από το Μάρτιο του 2004 ιδρυθηκαν τα Εθνικά Πάρκα, Δάσος Δαδιάς, Βόρεια Πίνδος, λίμνη Κάρλα, Λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου, λίμνη Καστοριάς, υγρότοπος Αξιού-Αλιάκμονα-Γαλλικού, το Ψαλίδι της Κω
Τον Οκτώβριο του 2005 οριοθετήθηκε το Εθνικό Πάρκο Κερκίνης, το 2006 το Πάρκο Δέλτα Έβρου, και τον Νοέμβριο του 2006 το Εθνικό Πάρκο Αμβρακικού Κόλπου.Το 2008 ιδρύθηκαν τα Εθνικά Πάρκα Δέλτα Αξιού -Λουδία -Αλιάκμονα και εκείνο της Στροφυλιάς-Κοτυχίου.
Στα χαρτιά η Ελλάδα φαίνεται ότι είναι η Ευρωπαϊκή χώρα που ενδιαφέρεται πολύ για τις Προστατευόμενες Περιοχές της.
Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική και οδυνηρή.
Σας καλούμε όμως να τη γνωρίσετε και εσείς από κοντά!
Τα πολλά λόγια είναι περιττά!
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Economidis .P.S. “Check List of Freshwater Fishes of Greece”. Hellenic Society for the Protection of Nature. Athens 1991.
Kassioumis. K, “Protected Natural Areas and the Protection of the Natural Heritage in our country” Forest Chronicles, March-April 1988
Λεγάκης Α. Η πανίδα της Ελλάδας. Πανεπιστημιακές σημειώσεις. Αθήνα 2007
Strid A. And Tan Kit. Mountain Flora of Greece. Edimburg 1991
Sfikas G. “Trees and Shrubs of Greece”. Athens 1979
Tsounis Gr. Sfikas G. “Ecotouristic Guide of Greece” Athens 1993
Τσούνης Γρ. ‘’Οι υγρότοποι’’ η Φύσις αρ. 30 Ε.Ε.Π.Φ Αθήνα 1985
Tsounis Gr. “Uno sguardo d’ insieme sull’ avifauna Ellenica (Aves). Zoologia Ellenica pag 38-43. Crucitti ed. Roma 1987.
Tsounis Gr. The Valia-Calda National Park, Greece. Oryx ,vol.22 pag. 25-29, London. 1988
Τσούνης Γρ. Birdwatching. Εκδ. Ελληνικά Γράμματα Αθήνα 2000
Ο "παράδεισος" της Ακρόπολης
Πριν από 14 χρόνια